Ο ανεπιθύμητος (O anepathimitos)
Θα φόρτωσα τα πράματα
Μια Κυριακή χαράματα
Τα φόρτωσα στο φορτηγό
Και σ άλλο σπίτι πάω εγώ
Που τόσα ζήσαμε εδώ
Και έλεγα στον οδηγό
Εγώ που άκουγα βραδιές
Τον πόνο της ακίνητος
Τώρα κατάντησα για δες
Ένας ανεπιθύμητος
Με βλέμμα ασυγκίνητο
Έβλεπες ταυτοκίνητο
Και όπως έφευγα χλωμός
Σαν ζωντανός και σαν νεκρός
Ο τρόπος σου ήτανε σκληρός
Που δάκρυσε κι ο οδηγός
Εγώ που άκουγα βραδιές
Τον πόνο της ακίνητος
Τώρα κατάντησα για δες
Ένας ανεπιθύμητος