Το γιλεκάκι που φορείς (To gilekáki pou foreís)
Το γιλεκάκι, που φορείς,
εγώ στο 'χω ραμμένο,
με πίκρες και με βάσανα
στο 'χω φοδραρισμένο.
Άντε, το μαλώνω, το μαλώνω,
άντε κι ύστερα το μετανιώνω.
Άντε, το μαλώνω και το βρίζω,
άντε, την καρδούλα του ραγίζω.
Φόρα το, μωρό μου,
φόρα το, μικρό μου,
γιατί δεν θα το ξαναφορέσεις άλλο πια.
Φόρα το για να σαι, για να με θυμάσαι,
για μετάξι έχω τα σγουρά σου τα μαλλιά.
Με πήρε ο ύπνος κι έγειρα
στου καραβιού την πλώρη
και ήρθε και με ξύπνησε
του καπετάνιου η κόρη.
Άντε, το μαλώνω, το μαλώνω,
άντε κι ύστερα το μετανιώνω.
Άντε, το μαλώνω και το βρίζω,
άντε, την καρδούλα του ραγίζω.
Φόρα το, μωρό μου,
φόρα το, μικρό μου,
γιατί δεν θα το ξαναφορέσεις άλλο πια.
Φόρα το για να σαι, για να με θυμάσαι,
για μετάξι έχω τα σγουρά σου τα μαλλιά.